Το Βήμα online
1η σελίδα Το ΒΗΜΑ εν τάχει... Πρώτες σελίδες ΑΡΧΕΙΟ
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ Αναζήτηση
με κριτήρια
Κυριακή 11 Μαΐου 1997 - Αρ. Φύλλου 12428
ΕΝΟΤΗΤΕΣ

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ
ΠΟΛΙΤΙΚΑ
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΓΝΩΜΕΣ
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ
ΒΗΜΑτοδότης
Η ΕΛ.ΑΣ. στους δρόμους
ΕΡΓΑ ΚΑΙ 7 ΗΜΕΡΑΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΝΕΕΣ ΕΠΟΧΕΣ
ΤΟ ΑΛΛΟ ΒΗΜΑ
ΒΗΜΑ ΕΥΡΩΠΗΣ
Η ΔΡΑΧΜΗ ΣΑΣ
ΤΕΧΝΕΣ-ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ

Γράψτε στο ΒΗΜΑ
tovima@dolnet.gr
Πρώτες σελίδες
TO BHMA
TO BHMA

Ανάπτυξη
Ανάπτυξη

Νέες Εποχές
Νέες Εποχές

Το Αλλο Βήμα
Το Αλλο Βήμα

Βιβλία
Βιβλία

Το Βήμα της Ευρώπης
Το Βήμα της Ευρώπης

Οι σκιές του θρόνου


ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ

Οσα πρέπει να θυμούνται οι παλαιοί και να γνωρίζουν οι νεότεροι

Η αποκάλυψη που περιέχεται στα αρχεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι μετά το Δημοψήφισμα του 1974 (που έλυσε οριστικά το Πολιτειακό ζήτημα με την εγκαθίδρυση του πολιτεύματος της Προεδρευομένης Δημοκρατίας στην Ελλάδα) ο έκπτωτος πλέον βασιλεύς σχεδίαζε πραξικόπημα, έδωσε αφορμή για ποικίλες συζητήσεις. Βέβαια τώρα πια όλα αυτά αποτελούν αντικείμενο ιστορικής έρευνας και δεν μπορούν να έχουν άμεσες επιπτώσεις στον δημόσιο βίο. Επειδή όμως χρήσιμο είναι να ενθυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι, Ειδικός Συνεργάτης του «Βήματος» παρουσιάζει στο αφήγημα που ακολουθεί όλα όσα πρέπει να γνωρίζει ένας έλλην πολίτης για την πρόσφατη ιστορία της χώρας ­ με επίκεντρο τις σχέσεις ανακτόρων και Κ. Καραμανλή...

Η ευνοιοκρατία και το στέμμα, η αποστασία, οι δύο χούντες και το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967




ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ της δικτατορίας ορισμένοι βασιλόφρονες στρατηγοί έπιναν κάθε πρωί τον καφέ τους στο «Πίντσι», μια καφετερία στην οδό Βουκουρεστίου. Εκεί σύχναζαν και δημοσιογράφοι και καταστηματάρχες της περιοχής, ασφαλώς και ωτακουστές του καθεστώτος, και πωλήτριες από τα γύρω μαγαζιά και περαστικοί ­ πάσης φύσεως εκπρόσωποι του γνωστού αθηναϊκού πλήθους που κυκλοφορεί κάθε μέρα στην περιοχή της Αθήνας από την οδό Κοραή και προς το Σύνταγμα...

Ολοι αυτοί οι θαμώνες του «Πίντσι» είχαν, τότε, την ευκαιρία να απολαμβάνουν αφηγήσεις από πρώτο χέρι και να πληροφορούνται στοιχεία της ζώσης ιστορίας, που συχνά έμοιαζαν απίστευτα επεισόδια παρανοϊκού θεατρικού έργου.

Παραδείγματος χάριν:

Ο στρατηγός Χρήστος Παπαδάτος ήταν ένας βασιλόφρων αξιωματικός τον οποίο η χούντα των συνταγματαρχών τον είχε αποστρατεύσει, τον είχε, μάλιστα, για ένα διάστημα εξορίσει σε ορεινό χωριό ­ εκεί όπου έστελναν τους ανεπιθύμητους μεν στο καθεστώς αλλά εθνικόφρονες κατά την πολιτική καταγωγή εξορίστους (διότι τους κομμουνιστές τους πήγαιναν κατά κανόνα σε ξερονήσια). Αυτός λοιπόν ο στρατηγός καθόταν εκεί με τις ώρες και λοιδορούσε με τον δικό του τρόπο τους συνταγματάρχες ­ και κυρίως τον ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό, που όντας επικεφαλής των τεθωρακισμένων κατά το πραξικόπημα είχε... αυτοδικαίως αναδειχθεί αντιπρόεδρος της δικτατορίας. Ηταν κουμπάρος του στρατηγού ο ταξίαρχος, γι' αυτό, κατά τις εξομολογητικές αφηγήσεις του, ο στρατηγός έλεγε ότι τον είχε συγχωρήσει: Την εποχή πριν από τη δικτατορία ο στρατηγός Χρ. Παπαδάτος ήταν διοικητής της ΑΣΔΕΝ (Ανωτάτη Στρατιωτική Διοίκησις Εσωτερικού και Νήσων), επικεφαλής δηλαδή των στρατιωτικών δυνάμεων (και) της περιοχής Αττικής. Σ' αυτόν, συνεπώς, υπάγονταν και τα άρματα μάχης, τα τανκς που τότε είχαν έδρα τους το στρατόπεδο στο Γουδί, πλάι σχεδόν στο κέντρο της πόλης.

Διοικητής του ΚΕΤ (Κέντρον Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων) ήταν ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός, του οποίου τη μία κόρη, τη Ρόζη, είχε βαφτίσει ο εν λόγω στρατηγός. Γι' αυτό, ένεκα της κουμπαριάς, τον συγχώρησε ο στρατηγός τον ταξίαρχο ­ όταν 15 ημέρες περίπου πριν από το πραξικόπημα, κάνοντας επιθεώρηση στο ΚΕΤ, ανεκάλυψε ο στρατηγός ότι εκεί υπηρετούσαν και δύο στρατιώτες που ήσαν... κομμουνιστές! Σύμφωνα με τους νόμους της εποχής, στρατιώτης χαρακτηρισμένος ως αριστερός (έστω διότι η Ασφάλεια είχε ανακαλύψει ότι ένας συγγενής του ήταν κομμουνιστής) δεν μπορούσε να υπηρετεί στην περιοχή του Λεκανοπεδίου.

­ Τον κερατά δεν τον τιμώρησα τότε, επειδή ήταν κουμπάρος μου!, έλεγε μεγαλοφώνως ο στρατηγός. Και άφηνε να εννοηθεί ότι, αν τον είχε λ.χ. μεταθέσει εκτός Αθηνών, μπορεί να μη γινόταν και το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Εκείνο που δεν έλεγε ποτέ ο στρατηγός ήταν ότι ο ίδιος αποτελούσε επίλεκτο μέλος της λεγομένης χούντας των στρατηγών, που ήσαν έτοιμοι να κάνουν οποιοδήποτε πραξικόπημα, αρκεί να τους διέτασσε ο αρχηγός τους, που δεν ήταν άλλος από τον τότε βασιλέα Κωνσταντίνο. Τα είχαν έτοιμα όλα...




... Γι' αυτό και λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 20ής προς την 21η Απριλίου 1967 ο στρατηγός Χρ. Παπαδάτος, διοικητής της ΑΣΔΕΝ, έπεσε μέσα στον λάκκο στου οποίου την εκσκαφή είχε και ο ίδιος μετάσχει. Είναι αληθινά σχεδόν απίστευτο το πώς τον έπιασαν και τον έδεσαν τον βασιλόφρονα στρατηγό εκείνο το βράδυ.

Ηταν, κατά την αφήγησή του, στα γραφεία της ΑΣΔΕΝ, όπου συνεδρίαζε ένα πειθαρχικό συμβούλιο για αξιωματικούς, ως τις δώδεκα και κάτι το βράδυ, οπότε και έφυγε για το σπίτι του. Δύο δρόμους πριν από την κατοικία του, το στρατιωτικό τζιπ που τον μετέφερε διασταυρώθηκε με το ιδιωτικό αυτοκίνητο του στρατηγού, που το οδηγούσε ο γιος του. Σταμάτησε το τζιπ και ρώτησε ο στρατηγός τον γιο του:

­ Πού πας, παιδί μου, τέτοια ώρα;

­ Μπαμπά, ερχόμουνα να σε βρω, γιατί ανησυχήσαμε στο σπίτι. Ηρθαν κάτι αξιωματικοί στο σπίτι για να σε πάρουν μαζί τους, επειδή, μας είπαν, έγινε κίνημα των κομμουνιστών.

­ Τι λες, παιδί μου! Τους είδες καλά; Είχαν γνήσιες στολές; Μήπως ήσαν μεταμφιεσμένοι κομμουνιστές;

­ Τους είδα καλά, μπαμπά. Ηταν αξιωματικοί δικοί μας.

­ Καλά, παιδί μου. Γύρισε σπίτι, εγώ πηγαίνω στην ΑΣΔΕΝ να δω τι γίνεται.

Πήρε τον δρόμο της επιστροφής ο στρατηγός και μόλις έφθασε στο γραφείο του, στην περιοχή του Μακρυγιάννη, είδε μπροστά του τον συνταγματάρχη Αναστασόπουλο, τότε διευθυντή Διαβιβάσεων της ΑΣΔΕΝ.

­ Τι κάνεις τέτοια ώρα εδώ, Αναστασόπουλε;, ρώτησε ο στρατηγός.

­ Ακουσα ότι κάτι συμβαίνει, στρατηγέ, και ήρθα στην υπηρεσία μου.

­ Καλά, πήγαινε επάνω και βγάλε μου στον ασύρματο τα ανάκτορα...!

Ο στρατηγός συμπλήρωνε την αφήγησή του ομολογώντας ότι δεν είχε αντιληφθεί πως ο εν λόγω συνταγματάρχης είχε αποστολή να καταστρέψει τα συστήματα επικοινωνιών ώστε να απομονωθεί η διοίκηση της ΑΣΔΕΝ ώσπου να ολοκληρωθεί το πραξικόπημα. Ολα αυτά ο στρατηγός τα κατάλαβε όταν μερικές ώρες αργότερα βρέθηκε κρατούμενος και αυτός στο Πεντάγωνο, μαζί με τους άλλους βασιλόφρονες στρατηγούς ­ είχαν πέσει όλοι μαζί στον λάκκο που οι ίδιοι από χρόνια έσκαβαν.

Ετσι άρχισε η επταετής δικτατορία, σημείο κομβικό στη σύγχρονη πολιτική ιστορία που καλύπτει περίπου μισόν αιώνα: από το τέλος της γερμανικής κατοχής ώς τώρα, οπότε και αποχωρούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, από το πολιτικό σκηνικό όλα εκείνα τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στις λίγες μεγάλες και τις πολλές μικρές στιγμές της χώρας. Αμείλικτος ο χρόνος παρασύρει στο διάβα του πρόσωπα που για δεκαετίες είχαν ρόλους ιερών τεράτων· απομυθοποιεί καταστάσεις· και περιορίζει στις πραγματικές τους διαστάσεις, τις ανθρώπινες, τους κάποτε πρωταγωνιστές.

Πέντε δεκαετίες πολιτικής ιστορίας βρίσκονται πίσω μας, με περισσότερες ασφαλώς τις μαύρες σελίδες. Ας επιχειρήσουμε να ξεφυλλίσουμε μερικές κρίσιμες σελίδες:

Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της Ευρώπης που μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου δεν μπόρεσε αμέσως να ορθοποδήσει. Οσα άφησαν όρθια οι γερμανοί και οι ιταλοί επιδρομείς, τα ισοπέδωσε ο εμφύλιος σπαραγμός που ακολούθησε. Ο εμφύλιος είναι πάντοτε ο σκληρότερος πόλεμος και αυτό απεδείχθη στην Ελλάδα στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1940. Θα πρέπει να περάσουν, ίσως, άλλα 50 χρόνια για να αποδώσει ο ιστορικός του μέλλοντος τις ευθύνες για την αδελφοκτόνο σφαγή. Την αισθάνθηκαν όλοι, όμως την ένιωσαν περισσότερο εκείνοι που βρέθηκαν να θρηνούν θύματα και από τις δύο πλευρές...

Μα το θέμα είναι άλλο. Αρχομένης της δεκαετίας του 1950 η Ελλάδα ζει στο σκηνικό που άφησε ο εμφύλιος. Και επειδή την ιστορία την γράφουν πάντοτε οι νικητές, εφεξής υπάρχουν οι εθνικόφρονες και τα μιάσματα!

Στους εθνικόφρονες περιλαμβάνονται φυσικά όλοι εκείνοι που συνειδητά αντετάχθησαν, ακόμη και ενόπλως, στους κομμουνιστές που προδήλως ήθελαν την ένταξη της χώρας στο δημιουργούμενο μπλοκ των λεγομένων σοσιαλιστικών χωρών (που είχε το γνωστό τέλος προσφάτως)· στους εθνικόφρονες όμως ενετάχθησαν και ένα σωρό σκουπίδια της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, που προβάλλοντας εαυτούς ως αντικομμουνιστές επεχείρησαν και επέτυχαν να ξεπλύνουν το παρελθόν τους: δωσίλογοι και μαυραγορίτες ήσαν οι κυριότερες κατηγορίες σκουπιδιών που έγιναν συχνά χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της εθνικοφροσύνης. Υπό άλλας συνθήκας θα μπορούσαν να είναι και πιονέροι της σοσιαλιστικής ιδέας!

Στα μιάσματα περιλαμβάνονται οι ηττημένοι ­ όλοι οι αριστεροί, μα όχι μόνον αυτοί. Καθώς ο χαρακτηρισμός ενός πολίτη ως κομμουνιστή συνεπάγεται πλήθος μειονεκτήματα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που κατηγορούν άλλους ως κομμουνιστές με στόχο να αποκομίσουν εντελώς ταπεινά ωφελήματα! Τα μιάσματα (η λέξη «μίασμα» εισήχθη τελικώς, ως... πολιτικός όρος, στη δημόσια ζωή με διάγγελμα του τότε βασιλέως) ήσαν πολίτες δευτέρας κατηγορίας. (Από τότε βέβαια έτρεξε πολύ νερό στο αυλάκι της ιστορίας. Ετσι πολλοί και διάφοροι είχαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν τι σημαίνει να σε αντιμετωπίζουν ως πολίτη β' κατηγορίας ­ κάποτε λ.χ. ο ρόλος των μιασμάτων της κοινωνίας ανετέθη από τις εξελίξεις στους χουντικούς, για να επέλθει η φυσική ισορροπία).

Η «μεσοβασιλεία» του Παπάγου

Νέα πολιτικά πρόσωπα αναδύονται στη δεκαετία του 1950. Τα δύο μεγάλα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα, δηλαδή οι (κεντρώοι) Φιλελεύθεροι και το (δεξιό) Λαϊκόν Κόμμα, φθίνουν ως πολιτικοί οργανισμοί, γηρασμένοι και βαρυνόμενοι ούτως ή άλλως από τη μαύρη κληρονομιά του Εθνικού Διχασμού. Οι επίγονοι του Ελευθερίου Βενιζέλου έχουν σαφώς μικρότερο ανάστημα, και το Λαϊκόν Κόμμα έχει το πρόβλημα της ουσιαστικά δισυπόστατης ηγεσίας: θα πρέπει να μεσολαβήσει η επτάχρονη δικτατορία για να απαλλαγεί η συντηρητική παράταξη από τον ασφυκτικό έλεγχο που ασκούσε στο κόμμα που εκάστοτε την εξέφραζε ο ένοικος των βασιλικών ανακτόρων!

Αρχομένης της δεκαετίας του '50 ένας στρατιωτικός καλείται να υποκαταστήσει τους φθαρμένους πολιτικούς. Ο στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος, επικεφαλής του Εθνικού Στρατού στον εμφύλιο πόλεμο, ιδρύει κόμμα, που τελικώς καθίσταται η πολιτική έκφραση της συντηρητικής παρατάξεως. Δίπλα στον στρατάρχη ένας δυναμικός νέος πολιτικός μοιάζει να αναδύεται για να καταπέσει, όμως, σύντομα ως διάττων αστήρ της πολιτικής: ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, υπουργός Συντονισμού, στα πρώτα χρόνια της πρωθυπουργίας Παπάγου, συνδέει το όνομά του με μιαν εντυπωσιακή οικονομική αναδιάρθρωση, για να αποχωρήσει παραιτούμενος και να παραμείνει έκτοτε στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, αρχηγός ενός μικρού κόμματος. [Θα έχει και μιαν ακόμη ατυχία(;) όταν θα συμφωνήσει να γίνει δοτός πρωθυπουργός στο τέλος της δικτατορίας.]

Εχει αρχίσει να ανατέλλει το άστρο του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Βουλευτής Σερρών από την εποχή πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ο Κ. Καραμανλής ανήκε πάντοτε στη δεξιά παράταξη. Ενας σύντομος περίπατός του, τα χρόνια της Κατοχής, στη σοσιαλιστική συντροφιά που σύχναζε στου Γαμβέττα (Αγγελος Αγγελόπουλος, Ξενοφών Ζολώτας, Πέτρος Κόκκαλης κ.ά.) δεν είχε συνέχεια. Ο Κ. Καραμανλής σταμάτησε να πηγαίνει στο καφενείο του Γαμβέττα όταν ο σερβιτόρος τού συνέστησε να παίρνει κάποτε και έναν καφέ, κάτι που ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής έχει αφηγηθεί ότι τότε, λόγω οικονομικής ανέχειας, δεν το μπορούσε. «Από τότε δεν πήγα ποτέ πια στου Γαμβέττα» είπε πολλά χρόνια αργότερα ο Κ. Καραμανλής.

Υπουργός του (δεξιού) Λαϊκού Κόμματος (με αρχηγό τον Κ. Τσαλδάρη, πατέρα του Αθανασίου Τσαλδάρη που έμελλε να είναι υπουργός του Κ. Καραμανλή και εν συνεχεία Πρόεδρος της Βουλής) ο Κ. Καραμανλής πέρασε εν συνεχεία στον Ελληνικό Συναγερμό του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου και έγινε υπουργός Δημοσίων Εργων. Θεωρήθηκε πολύ επιτυχημένος υπουργός, συνδέοντας το όνομά του με αποφασιστικές ενέργειες, όπως το ξήλωμα των γραμμών του τραμ στο κέντρο της Αθήνας, που έγινε νύχτα και με τρόπο αυθαίρετο... Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ο Κ. Καραμανλής συνέδεσε το όνομά του με σημαντικά έργα της εποχής ­ και εν ονόματι αυτών των έργων το 1955 τα ανάκτορα τον διόρισαν πρωθυπουργό...

Διορίζεται, έτσι απλά, ένας πρωθυπουργός επειδή έτσι απλά τον διαλέγει και τον ανασύρει στην πρώτη γραμμή του πολιτικού σκηνικού ένας βασιλιάς; Το ερώτημα αυτό είναι το πιο κρίσιμο για τη σύγχρονη πολιτική της Ελλάδας. Οδήγησε τη χώρα σε περιπέτειες· αν δεν προκάλεσε, πάντως αποφασιστικά διευκόλυνε το απριλιανό πραξικόπημα· οδήγησε σε εκθρόνιση του Κωνσταντίνου Γκλύξμπουργκ· και τελικώς, ως πολιτικό πρόβλημα, λύθηκε μόνον από τη Συντακτική Βουλή του 1974, στα πλαίσια της εγκαθιδρύσεως του (νέου) πολιτεύματος της Προεδρευομένης Δημοκρατίας: τώρα πια ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει υποχρεωτικώς τον εκάστοτε αρχηγό της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ως Πρωθυπουργόν. Και στην περίπτωση όπου δεν υπάρχει πλειοψηφία και η χώρα πρέπει να οδηγηθεί σε εκλογές, τότε υποχρεωτικώς ως πρωθυπουργός υπηρεσιακός διορίζεται είτε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου ­ ανάμεσα στους δύο κορυφαίους εκπροσώπους της Δικαστικής Εξουσίας έχει μόνον το δικαίωμα να διαλέξει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Τότε ο βασιλεύς μπορούσε να διαλέγει και τον κηπουρό του..., έλεγαν χαρακτηριστικά ορισμένοι πολιτικοί. Τι συνέβη το έτος 1955;

Υστερα από μια σχετικώς βραχυχρόνια ασθένεια, που τον κράτησε πάντως για μερικούς μήνες μακριά από την ουσιαστική άσκηση εξουσίας, ο πρωθυπουργός Αλέξ. Παπάγος απεβίωσε. Κατά γενικήν προσδοκία ο βασιλεύς Παύλος θα ανέθετε την εντολή σχηματισμού νέας κυβερνήσεως σε έναν εκ των δύο αντιπρόεδρων της κυβερνήσεως Παπάγου, που ήσαν ο Στέφανος Στεφανόπουλος και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Μάλιστα οι περισσότεροι βουλευτές προεξοφλούσαν την ανάθεση της πρωθυπουργίας στον Στέφανο Στεφανόπουλο ­ και δεκάδες βουλευτών του Συναγερμού είχαν συγκεντρωθεί στο γραφείο του στο υπουργείο των Εξωτερικών (ο Στέφανος Στεφανόπουλος ήταν αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Παπάγου).

Αιφνιδίως οι προσεκτικοί δημοσιογράφοι της εποχής είδαν τις τάξεις των συγκεντρωμένων βουλευτών να αραιώνουν ώς και να διαλύονται πλήρως. Οι βουλευτές έφευγαν προς την οδό Καρνεάδου, στο Κολωνάκι, όπου ήταν το διαμέρισμα του Κ. Καραμανλή: είχε μαθευτεί ότι ο βασιλεύς Παύλος είχε καλέσει στα ανάκτορα τον υπουργό Δημοσίων Εργων και του ανέθεσε την εντολή σχηματισμού νέας κυβερνήσεως. Κατά το Σύνταγμα του 1952 ο βασιλεύς μπορούσε να αναθέτει την εντολή σχηματισμού σε οποιονδήποτε ήθελε, και ο ούτω επιλεγόμενος είχε απλώς την υποχρέωση να προσέλθει μέσα σε 15 ημέρες στη Βουλή και να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης. Αν δεν την ελάμβανε, έπρεπε να παραιτηθεί και ο βασιλεύς θα όριζε άλλον. Ετσι μπορούσε να διαιωνίζεται η εκκρεμότης έως ότου η Βουλή συναινέσει σε μια από τις επιλογές των ανακτόρων, όπως συνέβη το 1965, με την υπόθεση της Αποστασίας.

Τη γενική κατάπληξη από την επιλογή του Κ. Καραμανλή διεδέχθησαν οι καταγγελίες... Ο νέος εντολοδόχος Πρωθυπουργός έσπευδε να ορκισθεί την επομένη κιόλας της εντολής (παρά το ότι ο βασιλεύς Παύλος τού είχε τηλεφωνήσει, μετά την ανάθεση της εντολής, λέγοντάς του ότι μπορούσε να καθυστερήσει τη συγκρότηση του Υπουργικού Συμβουλίου για μερικά 24ωρα ώστε να δημιουργήσει συμμαχίες. «Οχι, Μεγαλειότατε, θα ορκισθώ αύριο το πρωί, όπως σας είπα...» απάντησε ο Κ. Καραμανλής, ο οποίος φοβόταν ότι μπορούσε να αλλάξει, από ποικίλες αντιδράσεις, το σκηνικό). Ταυτόχρονα άρχισαν οι φήμες.

Η εποχή Καραμανλή

Εκλεκτός των ανακτόρων και των Αμερικανών ο Κ. Καραμανλής για να κλείσει το Κυπριακό ­ έλεγαν οι εχθροί του, που δεν ήσαν και λίγοι. Ενα ολόκληρο πολιτικό κατεστημένο ανετρέπετο ουσιαστικά με την πρωθυπουργοποίηση του Κ. Καραμανλή. Ο νέος Πρωθυπουργός, μόλις 48 ετών τότε, έκοβε τον δρόμο σε ένα σωρό άλλους που όντας σε προχωρημένη ηλικία έβλεπαν ότι δεν μπορούσαν πια να προσδοκούν στην πολυθρόνα του Πρωθυπουργού, που, ήταν αλήθεια, άλλαζε πολύ συχνά κάτοχο στην περίοδο μετά την Κατοχή. Ολιγόμηνη συνήθως θητεία είχαν οι περισσότεροι μεταπολεμικοί πρωθυπουργοί ­ από τον Γεώργιο Παπανδρέου ώς τον Σοφοκλή Βενιζέλο και από τον Θεμιστοκλή Σοφούλη ως τον Νικόλαο Πλαστήρα.

Αφού ορκίστηκε πρωθυπουργός ο Κ. Καραμανλής, εξελέγη πανηγυρικώς και αρχηγός του Ελληνικού Συναγερμού. Για την Ελλάδα άρχιζε μια νέα εποχή ­ η εποχή των μεγάλων έργων για τους φίλους του Κ. Καραμανλή, η εποχή της ευνοιοκρατίας και των σκανδάλων για τους αντιπάλους του. Εν πάση περιπτώσει ο Κ. Καραμανλής δεν άργησε να διαλύσει τον Ελληνικό Συναγερμό και να συστήσει, το 1956, ένα δικό του κόμμα, την Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση (ΕΡΕ)· που απερρόφησε τον Ελληνικό Συναγερμό και προσείλκυσε και μερικούς κεντρώους οι οποίοι θα έμεναν ώς το τέλος πιστοί φίλοι και συνεργάτες του Κ. Καραμανλή, όπως ο Κ. Τσάτσος και ο Ευ. Αβέρωφ, που εγκατέλειψαν τότε το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Την ίδια χρόνια ο Κ. Καραμανλής ζήτησε και έλαβε εντολή διαλύσεως της Βουλής. Κέρδισε τις εκλογές που έγιναν αμέσως τότε με έναν τρόπο μάλλον απίστευτο...

Σκάνδαλα και έργα

Το κόμμα του, η ΕΡΕ, έλαβε λιγότερες ψήφους, στο σύνολο της χώρας, από όσες έλαβε η Δημοκρατική Ενωση, το κόμμα στο οποίο είχαν συνασπισθεί όλοι οι αντίπαλοί του ­ από ορισμένους συντηρητικούς ώς και την ΕΔΑ (που εκπροσωπούσε το εν παρανομία ΚΚΕ), περιλαμβανομένων φυσικά και των Φιλελευθέρων υπό τον Γ. Παπανδρέου, ο οποίος και είχε αναγνωρισθεί ως πρόεδρος της Δημοκρατικής Ενώσεως. Η ΕΡΕ, με λιγότερες ψήφους, κατάφερε να αποσπάσει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία χάρη στο ιδιότυπο εκλογικό σύστημα που είχε καθιερώσει η κυβέρνηση Καραμανλή. Ηταν το περιβόητο τριφασικόν... Δηλαδή (κατά σύμπτωση!) σε όσες περιοχές υπερτερούσε η ΕΡΕ το σύστημα ήταν ή πλειοψηφικό ή ενισχυμένη αναλογική. Σε όσες περιοχές υπερτερούσε η Δημοκρατική Ενωση το σύστημα ήταν απλή αναλογική. Οι συνέπειες ήσαν αυτονόητες ­ υπέρ της ΕΡΕ, που είχε καθιερώσει τον εκλογικό νόμο.

Από το 1956 ώς το 1958 ο Κ. Καραμανλής κυβέρνησε με τον τρόπο που όσοι δεν γνωρίζουν, φυσικά θα έχουν ακούσει. Την άνοιξη όμως του 1958 μια ομάδα βουλευτών της ΕΡΕ, με επικεφαλής τους Γεώργιο Ράλλη και Παναγή Παπαληγούρα, απεχώρησε από την ΕΡΕ. Ο Κ. Καραμανλής βλέποντας την αναπότρεπτη πτώση της κυβερνήσεώς του ζήτησε από τα ανάκτορα και έλαβε εντολή διαλύσεως της Βουλής και διενέργειας νέων εκλογών. Τα ανάκτορα (αν και υπάρχει η εκδοχή ότι είχαν διευκολύνει την πρώιμη αυτή αποστασία ­ αυτό τουλάχιστον υπαινίσσεται ο Κ. Καραμανλής σε μια συνομιλία του, που δεν έχει δει ακόμη το φως της δημοσιότητας) εδέχθησαν την εισήγηση του Κ. Καραμανλή.

Τις εκλογές του 1958 ο Κ. Καραμανλής τις κέρδισε με σχετική άνεση. Το κόμμα των Φιλελευθέρων χειμαζόμενο από την ανοιχτή διαμάχη των δύο συναρχηγών του (Γ. Παπανδρέου και Σ. Βενιζέλος) δεν είχε πολλές δυνατότητες. Στην πολιτική φτώχεια προσετέθη και η αδυναμία της φιλελεύθερης ηγεσίας να αντιληφθεί τα παιχνίδια με τον εκλογικό νόμο. Η καθιέρωση της ενισχυμένης αναλογικής που θα εξαφάνιζε το τρίτο κόμμα είχε απροσδόκητα αποτελέσματα. Αντί να ζημιωθεί η ΕΔΑ, την έπαθε το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Η ΕΔΑ κατάφερε και πέρασε στη δεύτερη θέση και για πρώτη φορά (και τελευταία έκτοτε) η Αριστερά κατάφερε να καταλάβει τα έδρανα της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως. Αρχισε έτσι μια νέα περίοδος πολιτικών εξελίξεων. Προτού καν συμπληρωθεί δεκαετία από το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου οι εκμεταλλευόμενοι το κλίμα του σπαραγμού και της κινδυνολογίας βρήκαν, με την άνοδο της ΕΔΑ, την ευκαιρία να στήσουν το λεγόμενο παρακράτος, που θα οδηγούσε στο απριλιανό πραξικόπημα...

Μετά τις εκλογές του 1958 το πολιτικό κλίμα άρχισε να γίνεται όλο και βαρύτερο. Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου με τους Αγγλους και τους Τούρκους οδήγησαν στην ανεξαρτησία της Κύπρου ­ αλλά η αντιπολίτευση στην Ελλάδα κατήγγειλε την κυβέρνηση Καραμανλή για εθνική μειοδοσία. Σε ατμόσφαιρα εντεινόμενης πολιτικής οξύτητας και υπό την πραγματικότητα ότι η Αριστερά είχε υποσκελίσει το Κέντρο, χωρίς κανείς να πιστεύει ότι η Αριστερά μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική κυβερνητική λύση, οι κεντρώες δυνάμεις αναγκάστηκαν να σοβαρευθούν. Ενα νέο πολιτικό κόμμα, η Ενωση Κέντρου, δημιουργείται, με πρόεδρο τον Γεώργιο Παπανδρέου, τον οποίο πλαισιώνουν διακεκριμένα στελέχη, όπως ο Σοφοκλής Βενιζέλος και ο Γεώργιος Μαύρος και νεότεροι κεντρώοι, τότε, πολιτικοί, όπως ο Κ. Μητσοτάκης.

Από την άλλη πλευρά, εν ονόματι του λεγομένου κομμουνιστικού κινδύνου το παρακράτος παίρνει διαστάσεις. Με βασικό κέντρο αναφοράς τα ανάκτορα και με εργαλείο επίορκους αξιωματικούς που γίνονται συνωμότες κατ' εντολήν, στήνεται ένας μηχανισμός παραεξουσίας. Σε πρώτη φάση αυτός ο παρακρατικός μηχανισμός θα λειτουργήσει υπέρ της ΕΡΕ. Αργότερα μπορεί να στραφεί και εναντίον της. (Και επειδή όλα εδώ πληρώνονται, πολύ αργότερα θα είναι τα στελέχη αυτού του παρακρατικού μηχανισμού που θα εξολοθρεύσουν τους γεννήτορές τους ­ δηλαδή τα ίδια τα ανάκτορα!).

Το φθινόπωρο του 1961 ο Κ. Καραμανλής θα οδηγήσει και πάλι τη χώρα σε εκλογές ­ και με το αποτέλεσμά τους θα αρχίσει μια παρατεταμένη πολιτική κρίση, που θα οδηγήσει στην αποχώρηση του Κ. Καραμανλή από την Ελλάδα. Αμέσως μετά τις εκλογές του 1961 ολόκληρη η Αντιπολίτευση, με πρώτη την Ενωση Κέντρου, καταγγέλλει το αποτέλεσμά τους ως προϊόν βίας και νοθείας. Ο Κ. Καραμανλής ουδέποτε θα αποδεχθεί τις καταγγελίες αυτές ­ αργότερα θα προβληθεί η θεωρία ότι βία και νοθεία υπήρξαν μεν, αλλά ήταν αποτέλεσμα παρεμβάσεως των ανακτόρων και εν αγνοία του Κ. Καραμανλή.

Οι 18 μήνες του Γ. Παπανδρέου




Με αφορμή την καταγγελλόμενη βία και νοθεία η Ενωση Κέντρου κηρύσσει τον γνωστό Ανένδοτο Αγώνα, καταγγέλλει τα ανάκτορα και κλιμακώνει τον πολιτικό αγώνα της. Είναι η εποχή όπου αρχίζει να εμφανίζεται όλο και περισσότερο σε πρώτο ρόλο επί σκηνής η Φρειδερίκη, σύζυγος του Παύλου και μητέρα του Κωνσταντίνου. Σκληρή και δυναμική γυναίκα, διεκδικεί υπέρ αυτής την εξουσία, εν ονόματι του άβουλου συζύγου της. Αργότερα θα αναδειχθεί κεντρικό πρόσωπο και εξαιτίας της ανωριμότητας του υιού της...

Με κλονισμένη την υγεία του ο βασιλεύς Παύλος έχει αρχίσει να γίνεται ακόμη περισσότερο άβουλος. Φθάνει έτσι η ώρα της συγκρούσεως Κ. Καραμανλή και ανακτόρων. Με αφορμή ένα ταξίδι της Φρειδερίκης στο Λονδίνο, το οποίο ο Κ. Καραμανλής ζητεί να μη γίνει, επειδή είχε πληροφορίες ότι θα υπάρξουν εκδηλώσεις αποδοκιμασίας, τα ανάκτορα ουσιαστικώς απολύουν τον Κ. Καραμανλή. Σύμφωνα με ορισμένες εκδοχές, η Φρειδερίκη εκτιμά ότι ήλθε η ώρα να πάρει το άλλο κόμμα την εξουσία ­ κατά τους τύπους, βεβαίως. Διότι την πραγματική εξουσία την έχουν και την θέλουν τα ανάκτορα.

Ο Κ. Καραμανλής παραιτείται, ενώ το παρακράτος σφαδάζει. Στη Θεσσαλονίκη πρόσωπα του υποκόσμου, που ανήκουν όμως στον παρακρατικό μηχανισμό, δολοφονούν (άνοιξη του 1963) έναν βουλευτή της Αριστεράς, τον Γρηγόρη Λαμπράκη. Οι ανακρίσεις που διενεργεί ο νεαρός τότε πρωτοδίκης Χρήστος Σαρτζετάκης θα αρχίσουν να αποκαλύπτουν τον βούρκο του παρακράτους. Προτού ολοκληρωθούν οι αποκαλύψεις, η απομάκρυνση του Κ. Καραμανλή και η εκλογική νίκη του Κέντρου, τον Νοέμβριο του 1963, θα δημιουργήσουν αισθήματα απαλλαγής και πολιτικής ευφορίας, που θα αναστείλουν τις πολιτικές εξελίξεις προς την κάθαρση. Πολύ περισσότερο διότι δημιουργείται η εντύπωση ότι τα ανάκτορα υποστηρίζουν πλέον το Κέντρο. Μάλιστα ο βασιλεύς Παύλος θα κάνει μια κίνηση που θα... καταγγελθεί από την ΕΡΕ ως εύνοια προς το Κέντρο. Στις εκλογές του 1963 η Ενωση Κέντρου έρχεται μεν πρώτο κόμμα, αλλά δεν εξασφαλίζει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Εν τούτοις, παρά τις δημόσιες αντιρρήσεις της ΕΡΕ, ο βασιλεύς αναθέτει στον Γεώργιο Παπανδρέου την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως, η οποία πηγαίνει στη Βουλή. Εκεί την υπερψηφίζουν και οι βουλευτές της ΕΔΑ και, τυπικώς, αποκτά την εμπιστοσύνη της Βουλής. Αλλά ο Γ. Παπανδρέου (εισηγητής του όρου διμέτωπος αγώνας ­ δηλαδή και κατά της Δεξιάς και κατά της Αριστεράς) αρνείται να στηριχθεί στις ψήφους της ΕΔΑ και ζητεί νέες εκλογές. Τα ανάκτορα συμφωνούν και η ΕΡΕ καταγγέλλει... βασιλική εύνοια προς το Κέντρο. Υποστηρίζει η ΕΡΕ ότι ο βασιλεύς Παύλος δίνοντας την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στον Γ. Παπανδρέου και παραμονής επί 40 ημέρες στην εξουσία τού έδωσε τη δυνατότητα, με παροχές προς τους ψηφοφόρους, να ανατρέψει τη λαϊκή βούληση υπέρ αυτού.

Οπωσδήποτε προ των εκλογών που θα γίνουν στις 16 Φεβρουάριου 1964 και θα απολήξουν σε θρίαμβο της Ενώσεως Κέντρου (ποσοστό 53%) ο Κ. Καραμανλής εγκαταλείπει την πολιτική. Αναχωρεί από την Ελλάδα και εγκαθίσταται μονίμως στο Παρίσι, όπου και θα παραμείνει ώς το θέρος του 1974, οπότε θα κληθεί από τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις να αναλάβει την εξουσία στο απόλυτο κενό που άφηνε καταρρέουσα η απριλιανή δικτατορία. Με την αποχώρηση του Κ. Καραμανλή, την αρχηγία της ΕΡΕ αναλαμβάνει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ενώ ο Γ. Παπανδρέου εμφανίζεται απόλυτος κυρίαρχος στην πολιτική σκηνή: λίγο πριν από τις εκλογές του 1964 ο άλλος πόλος του Κέντρου, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, προδίδεται από την καρδιά του. Κανείς δεν μπορεί πια να αμφισβητήσει την ηγεμονία του Γ. Παπανδρέου. Ορισμένοι δεν θα αργήσουν να υποστηρίξουν ότι απετέλεσε μεγάλη απώλεια για το Κέντρο ο θάνατος του Σοφοκλή Βενιζέλου, διότι, θα υποστηρίξουν, Σοφοκλή Βενιζέλου ζώντος το Κέντρο δεν θα είχε συγκρουσθεί ποτέ με τα ανάκτορα. Με τα ΑΝ και ΑΝ όμως δεν γράφεται η ιστορία...

Οπωσδήποτε μετά τις εκλογές του 1964 οι σχέσεις του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου με τα ανάκτορα μοιάζουν ειδυλλιακές. Πολύ περισσότερο που ένας νέος ένοικος κατοικεί στο ανάκτορο της Ηρώδου Αττικού. Χτυπημένος από καρκίνο ο Παύλος πεθαίνει για να τον διαδεχθεί ο νεαρός Κωνσταντίνος, που αν δεν έχει τη συμπάθεια πάντως εξασφαλίζει την ανοχή των μεγάλων κεντρώων μαζών. Στην εξέλιξη αυτή συμβάλλει ασφαλώς και ο Γεώργιος Παπανδρέου. Παράδειγμα: όταν ως Πρωθυπουργός μετέχει στην υποδοχή της εκ Δανίας πριγκίπισσας Αννας Μαρίας που έρχεται στην Ελλάδα για να γίνει σύζυγος του νεαρού Κωνσταντίνου, ο Γ. Παπανδρέου δεν παραλείπει με ένα ευφυολόγημα να παρουσιάσει άριστες τις σχέσεις του με τον νέο βασιλέα. «Διεμοιράσθημεν την Αννα Μαρία!..» θα πει επιγραμματικά ο τότε Πρωθυπουργός.

Το ειδύλλιο δεν θα κρατήσει, φευ, πολύ. Υπό την πίεση της Κοινής Γνώμης ο Γ. Παπανδρέου θα επιδιώκει εκσυγχρονισμό του κράτους και τα ανάκτορα θα αρχίσουν να ανησυχούν ότι μπορεί να θιγεί το πλέγμα εξουσίας. Της δικής τους εξουσίας ­ εκείνη την οποία είχε κατά έναν τρόπο λίγο πριν από την παραίτησή του διακρίνει και ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής λέγοντας εκείνο το περιλάλητο «ποιος επιτέλους κυβερνά αυτόν τον τόπο;». Σχολίαζε τότε ο Κ. Καραμανλής τα όσα συνέβαιναν μετά τη δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη· ο Γ. Παπανδρέου δύο χρόνια αργότερα δεν θα προλάβαινε να διατυπώσει το ίδιο ερώτημα. Μόλις θα αμφισβητούσε το δικαίωμα των ανακτόρων να θεωρούν φέουδο του θρόνου τον Στρατό, θα άκουγε από τον νεαρό βασιλέα ότι η παραίτησή του είχε γίνει αμέσως δεκτή ­ προτού καν την υποβάλει γραπτώς!

Κυβέρνηση αποστατών

Δεκαοκτώ μήνες διήρκεσε η πρωθυπουργία Γ. Παπανδρέου. Στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα ανάκτορα και παρακράτος, με την άκριτη βοήθεια της ΕΡΕ, όπως θα παραδεχθεί μερικά χρόνια αργότερα ο αρχηγός της Παναγιώτης Κανελλόπουλος, θα στήσουν τη συνωμοσία τού ΑΣΠΙΔΑ. Ο νεοεμφανιζόμενος τότε στην πολιτική ζωή Ανδρέας Παπανδρέου, υιός του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, θα κατηγορηθεί ότι συνωμοτεί κατά του πολιτεύματος. Θα γίνει έτσι ο Α. Παπανδρέου κεντρικό πρόσωπο στην πολιτική σκηνή ­ από τη μια με τις ιδέες του, που μοιάζει να γέρνουν προς τα αριστερά, και από την άλλη με τις κατηγορίες που θα του απευθύνουν.

Η ουσιαστική απόλυση, τον Ιούλιο του 1965, του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου θα σημάνει την αρχή της εποχής της Αποστασίας. Μια μικρή ομάδα βουλευτών θα αποσπασθεί από την Ενωση Κέντρου και θα σχηματίσει υπό τον Γ. Νόβα μια (αυλική, όπως θα χαρακτηρισθεί) κυβέρνηση προδοτών της Ενώσεως Κέντρου. Μα η κυβέρνηση Νόβα, παρά τις προσπάθειες των ανακτόρων και τη δεδομένη στήριξη της ΕΡΕ, δεν θα κατορθώσει να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Ο νεαρός βασιλεύς, αντί να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, επιμένει. Αναθέτει την εντολή σε νέο αποστάτη, τον πρώην αριστερό Ηλία Τσιριμώκο, που δεν θα έχει καλύτερη τύχη. Την τρίτη φορά ο βασιλεύς θα τα καταφέρει. Ο αριθμός των αποστατών συνεχώς διευρυνόμενος (με εξαγορές συνειδήσεων, κατά τις καταγγελίες του Γ. Παπανδρέου) θα γίνει τόσος ώστε μαζί με την ΕΡΕ να στηρίξει στη Βουλή την τρίτη κυβέρνηση της αποστασίας, υπό τον Στέφανο Στεφανόπουλο (εκείνον που δεν είχε τη βασιλική εύνοια το 1955 για να διαδεχθεί τον Αλέξ. Παπάγο, αλλά την εξασφάλισε μία δεκαετία αργότερα, για να αποστατήσει από την Ενωση Κέντρου στην οποία είχε εν τω μεταξύ ενταχθεί).

Η περίοδος των αποστατών θα μείνει στη μνήμη όσων την έζησαν ως μια από τις χειρότερες εποχές της σύγχρονης ιστορίας. Δεν θα μακροημερεύσει, όμως. Τελικώς υπό την πίεση της Κοινής Γνώμης ο βασιλεύς θα συμφωνήσει, τον Δεκέμβριο του 1966, στην απομάκρυνση των αποστατών και στην ορκωμοσία μιας υπηρεσιακής κυβερνήσεως που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές μετά από λίγους μήνες ­ έχει προηγηθεί μια ανεπίσημη συμφωνία ανάμεσα στα ανάκτορα και στους αρχηγούς των δύο μεγάλων κομμάτων (Γ. Παπανδρέου και Π. Κανελλόπουλο) να απομακρυνθούν επιτέλους οι αποστάτες και να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές τον Μάιο του 1967.

Υστερα από ένα τρίμηνο όμως η υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ι. Παρασκευόπουλου (διοικητή της Εθνικής Τραπέζης, που ήταν υπηρεσιακός πρωθυπουργός και κατά την προεκλογική περίοδο του 1964) ανατρέπεται αιφνιδίως στη Βουλή όταν η ΕΡΕ δεν δέχεται να ψηφισθεί μια τροπολογία κατά την οποία η βουλευτική ασυλία θα ίσχυε και κατά την προεκλογική περίοδο, μετά τη διάλυση της Βουλής. Την τροπολογία αυτήν απαιτούσε η Ενωση Κέντρου, υποψιαζόμενη ότι κατά την μέλλουσα να αρχίσει προεκλογική περίοδο ο ανακριτής που είχε την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ θα διέτασσε την προφυλάκιση του Α. Παπανδρέου, για λόγους εντυπώσεων!

Μετά από αυτή την εξέλιξη ο βασιλεύς αναθέτει την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως (χωρίς να έχει ορισθεί ημερομηνία εκλογών, αλλά με την προοπτική ότι οι εκλογές θα γίνουν τον Μάιο του 1967) στον Π. Κανελλόπουλο, αρχηγό της ΕΡΕ που είναι, βεβαίως, μειοψηφία στη Βουλή. Η κυβέρνηση Κανελλοπούλου δεν θα μακροημερεύσει. Θα την ανατρέψουν τα μεσάνυχτα της 20ής προς την 21η Απριλίου 1967 οι πραξικοπηματίες της χούντας.

Εδώ κλείνει ο κύκλος ­ με τις αναγκαίες διευκρινίσεις.

Συνταγματάρχες και στρατηγοί

Το απριλιανό πραξικόπημα επέτυχε διότι ήταν καλώς οργανωμένο και διότι οι στρατιωτικές και λοιπές μονάδες όλης της χώρας ήσαν προετοιμασμένες να δεχθούν και να εκτελέσουν τέτοιες διαταγές. Η τότε ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, υπό την άμεση επίβλεψη των ανακτόρων, είχε ετοιμάσει το σχέδιο «Προμηθεύς» που προέβλεπε όλα εκείνα τα μέτρα που θα υλοποιούσαν ένα πραξικόπημα. Οι βασιλόφρονες στρατηγοί ήσαν έτοιμοι, περίμεναν την εντολή του βασιλέως για να την διαβιβάσουν στους συνταγματάρχες που θα υλοποιούσαν το πραξικόπημα. Αυτό που συνέβη είναι ότι οι αρμόδιοι συνταγματάρχες απεφάσισαν και εκινήθησαν για δικό τους λογαριασμό!

Ετσι οι συνταγματάρχες πρόλαβαν τους στρατηγούς. Και ζήτησαν από τον νεαρό βασιλέα, τον οποίο επεσκέφθησαν ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967 στο Τατόι, να θέσει υπό την αιγίδα του το πραξικόπημα. Ο Κωνσταντίνος δεν ήθελε αυτούς, προτιμούσε τους στρατηγούς. Τελικώς τα άνθη του κακού, που ο ίδιος και η μητέρα του καλλιέργησαν, έπνιξαν τους ίδιους.

Η ιστορία μετά το απριλιανό πραξικόπημα είναι τόσο πρόσφατη ώστε να θεωρείται περίπου γνωστή. Υπό το βάρος της εθνικής προδοσίας στην Κύπρο η απριλιανή χούντα κατέρρευσε και οι Ενοπλες Δυνάμεις τον Ιούλιο του 1974 εκάλεσαν τον Κ. Καραμανλή από το Παρίσι και του ανέθεσαν τη διακυβέρνηση της χώρας. Η κυβέρνηση εθνικής ενότητος που σχημάτισε οδήγησε τη χώρα σε εκλογές. Το εν συνεχεία δημοψήφισμα (8 Δεκεμβρίου 1974) καθιέρωσε ως πολίτευμα την Προεδρευομένη Δημοκρατία και απήλλαξε οριστικά τη χώρα από το καρκίνωμα της μοναρχίας.

Τα αναφερόμενα στα Αρχεία Κ. Καραμανλή περί προθέσεως πραξικοπήματος που θα επιχειρούσε ο τέως βασιλεύς το 1975 επιβεβαιώνουν την έλλειψη σεβασμού προς τη λαϊκή ετυμηγορία και τις δημοκρατικές διαδικασίες, που χαρακτήρισε τον ελληνικό θρόνο και το αυλικό περιβάλλον μέχρι τελικής κατάρρευσης...




Το ΒΗΜΑ, 11/05/1997 , Σελ.: A04
Κωδικός άρθρου: B12428A041
ID: 10036

Στείλτε το άρθρο με e-mail Τύπωσε το άρθρο

Ηλεκτρονική έκδοση
Κάθε πρωί στις οθόνες σας
σε νέα μορφή
Διαβάστε ΤΟ ΒΗΜΑ
όπως στο χαρτί (PDF)
digital.tovima.gr

Τελευταίες ειδήσεις in.gr
Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

Χρηματιστήριο online in.gr
Δεδομένα με καθυστέρηση 15 λεπτών